- ὀμφακόμελι
- ὀμφᾰκό-μελῐ, τό,A drink of sour grapes and honey, Diocl.Fr.69, Dsc.5.23, Philagr. ap. Orib.5.19.4.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ομφακόμελι — ὀμφακόμελι, έλιτος, τὸ (Α) ποτό που παρασκευαζόταν από χυμό ξινών σταφυλιών και μέλι και είχε κατασταλτικές και αναψυκτικές ιδιότητες. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὄμφαξ, ακος «άγουρο σταφύλι» + μέλι (πρβλ. κυδωνό μελι, μηλό μελι)] … Dictionary of Greek
ομφακομελίτης — ὀμφακομελίτης, ὁ (Μ) το ομφακόμελι*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀμφακόμελι + κατάλ. ίτης (πρβλ. καπν ίτης, σταφυλ ίτης)] … Dictionary of Greek
onfacomeli — (Del gr. omphakomeli < omphax, agraz + meli, miel.) ► sustantivo masculino FARMACIA Bebida medicinal que se hacía antaño dejando fermentar al sol el zumo de la uva agraz mezclado con la miel. * * * onfacomeli (del lat. «omphacŏmel, ellis», del … Enciclopedia Universal
μέλι — Ρευστή σακχαρώδης ουσία με ιδιαίτερο άρωμα. Προέρχεται από το νέκταρ των ανθέων, το οποίο απορροφούν οι μέλισσες και αποθηκεύουν στον πρόλοβό τους. Το νέκταρ είναι ένας γλυκός χυμός που εκκρίνεται από ειδικούς αδένες των ανθέων και αποτελείται… … Dictionary of Greek
onfacomeli — (Del lat. omphacŏmel, ellis, y este del gr. ὀμφακόμελι). m. Bebida medicinal que se hacía antiguamente dejando fermentar al sol el zumo del agraz mezclado con miel … Diccionario de la lengua española